Δραματικές εξελίξεις που παραπέμπουν στο θρίλερ του περασμένου Ιουλίου, δρομολογεί το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς, που έβαλε οριστικό τέλος στην πιθανότητα διεξαγωγής του Eurogroup την Μεγάλη Πέμπτη.
Η επίσημη ανακοίνωση της αναβολής έγινε από τον εκπρόσωπο του Γερούν Ντάισελμπλουμ Μίτσελ Ρέινς.
«Δεν θα γίνει Eurogroup για την Ελλάδα την Πέμπτη. Χρειάζεται χρόνος. Συνάντηση για την πρώτη αξιολόγηση, τα προληπτικά μέτρα και το χρέος σε επόμενο στάδιο», έγραψε ο κ. Ρέινς στο Twitter.
Το tweet του κ. Ρέινς προκάλεσε την αντίδραση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ο οποίος αργά χθες το βράδυ αποφάσισε να ζητήσει έκτακτη σύγκλιση Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. Ο εκνευρισμός του πρωθυπουργού και των συνεργατών του μετά την οριστική αναβολή του eurogroup την ώρα που τα ταμειακά αποθέματα της χώρας στερεύουν ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής.
Σήμερα ο κ. Τσίπρας αναμένεται σήμερα να επικοινωνήσει με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, ζητώντας την άμεση σύγκληση του Euro summit, προκειμένου –όπως διαμηνύεται από το Μαξίμου– να διασφαλιστεί η τήρηση της συμφωνίας που υπεγράφη τον περασμένο Ιούλιο.
Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση επιδιώκει πολιτική απόφαση στο ανώτατο επίπεδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, παίζοντας το χαρτί των διαφωνιών ΕΕ-ΔΝΤ για τα έκτακτα μέτρα των 3,6 δισ. που ζητούνται από την Ελλάδα.
Οι δανειστές θεωρούν ότι η ελληνική πρόταση είναι «γενική» και σίγουρα δεν ικανοποιεί την ανάγκη να υπάρχει ένας «αξιόπιστος μηχανισμός», όπως λένε, που θα διαβεβαιώνει τους εταίρους αλλά και τις αγορές ότι η Ελλάδα θα εφαρμόσει περαιτέρω μέτρα σε περίπτωση που οι στόχοι δεν ικανοποιηθούν.
Από την πλευρά της η ελληνική κυβέρνηση εκτιμά ότι η απαίτηση του ΔΝΤ για προληπτική νομοθέτηση μέτρων συνιστά παραβίαση του μνημονίου του περασμένου Ιουλίου, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας φέρεται να επισημαίνει ότι, πέραν των συνταγματικών κωλυμάτων, μία τέτοια εξέλιξη δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή όχι μόνον από την κυβερνητική πλειοψηφία αλλά και από το σύνολο της Βουλής, αφήνοντας έτσι ανοικτό το ενδεχόμενο για πολιτικές εξελίξεις.
Τι είχε προηγηθεί
Η συνάντηση του Ευκλείδη Τσακαλώτου με τους Θεσμούς στο Hilton το απόγευμα της Μ.Τρίτης μπορεί να ήταν «εξπρές» ωστόσο είχε προηγηθεί μακρά τεχνική διαβούλευση υπό τον αναπληρωτή υπουργό Γιώργο Χουλιαράκη τον διευθυντή του πρωθυπουργικού γραφείου Δημήτρης Τζανακόπουλο και νομικούς συμβούλους της κυβέρνησης για τον μηχανισμό αυτόματης διόρθωσης αν υπάρχουν αποκλίσεις στους δημοσιονομικούς στόχους της Ελλάδα.
«Εγινε η συζήτηση για τον μηχανισμό δέσμευσης που έχουμε προτείνει. Μας ακούσανε, μιλήσανε. Είχαμε και μια νομική ομάδα μαζί μας, γιατί είναι ένας μηχανισμός που θέλει πολλή σκέψη. Τώρα μπήκε στη συζήτηση» ανέφερε σχετικά ο κ. Τσακαλώτος δημιουργώντας την εντύπωση ότι υπάρχει ακόμη δρόμος μπροστά μέχρι την τελική συμφωνία. Το ζητούμενο ήταν σε ποιο βαθμό θα υποχωρούσε το ΔΝΤ από την απαίτηση για αναλυτική καταγραφή και νομοθέτηση των μέτρων που θα καλύψουν το ποσό των 3.6 δισ ευρώ . Μέγαρο Μαξίμου και Ευκλείδης Τσακαλώτος επαναλάμβαναν ότι η ελληνική πλευρά δεν επρόκειτο να αποδεχθεί νομοθέτηση συγκεκριμένων μέτρων γιατί αυτό αντίκειται και στο ελληνικό Σύνταγμα και γιατί είναι αρνητική για το οικονομικό κλίμα καθώς προεξοφλεί την αποτυχία του προγράμματος και αποτρέπει τις επενδύσεις.
Ζητούμενο όμως είναι και το περιθώριο που έχει η ελληνική κυβέρνηση να επιμένει στην άρνησή της να δεχθεί τα μέτρα αν τελικά το ΔΝΤ δεν υποχωρήσει. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι έλεγαν στο Reuters ότι τα ταμειακά διαθέσιμα αρκούν έως τα τέλη Μαϊου και αν έως τότε δεν υπάρξει συμφωνία και ολοκλήρωση της αξιολόγησης η χώρα θα εισέλθει ξανά στην ζώνη της χρεοκοπίας.
« Θα είμαστε με την πλάτη στον τοίχο» φέρεται να είπε ο αξιωματούχος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ αποτυπώνοντας την οικονομική πραγματικότητα και προφανώς στέλνοντας και ένα χρήσιμο σήμα στους βουλευτές της συμπολίτευσης.
Μαξίμου: έχουμε κατοχυρώσει τις κόκκινες γραμμές μας
Το Μέγαρο Μαξίμου φρόντισε σε εκτενές non paper το απόγευμα της Μ. Τρίτης να αποδώσει την ευθύνη για τη μη επίτευξη συμφωνίας στην επιμονή του ΔΝΤ να νομοθετηθούν συγκεκριμένα μέτρα διόρθωσης. Σύμφωνα με τις κυβερνητικές πηγές ο μηχανισμός διόρθωσης που προτείνει η ελληνική πλευρά καλύπτει τις 4 προϋποθέσεις που έχει θέσει το Eurogroup ώστε να παραμείνει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα.
«Η διαπραγμάτευση έχει κλείσει ως προς τα μέτρα 3% του ΑΕΠ που προβλέπει η συμφωνία του περασμένου Ιουλίου, με στόχο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018.Τα μέτρα 3% του ΑΕΠ αντιστοιχούν σε 5,4 δισ. Από τα μέτρα αυτά έχουν υλοποιηθεί ήδη μέτρα που αντιστοιχούν σε 2.8 δισ. ευρώ. Τα υπόλοιπα μέτρα, ύψους 2.6 δισ. ευρώ θα ληφθούν στο διάστημα των επόμενων 2.5 ετών, με μέση ετήσια επιβάρυνση 1.1 δισ. ευρώ» αναφέρει η κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει πως «έχει κατοχυρώσει όλες τις κόκκινες γραμμές που έθεσε σε αυτή την φάση της διαπραγμάτευσης και αφορούν την προστασία των συντάξεων, την προστασία της πρώτης κατοικίας, το αφορολόγητο και την προστασία των πιο χαμηλότερων στρωμάτων στην ασφαλιστική και την φορολογική μεταρρύθμιση».
Σημειώνει δε πως το ΔΝΤ, παραβλέποντας τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, αμφισβητεί ότι με τα μέτρα αυτά είναι εφικτός ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% στο 2018. Το ζήτημα αυτό, αποτελεί στοιχείο διαφωνίας ανάμεσα στο ΔΝΤ και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
«Προκειμένου να επιτευχθεί συμβιβασμός ανάμεσα στο ΔΝΤ και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ώστε να παραμείνει το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, το πρόσφατο Eurogroup ζήτησε να υπάρξει η δυνατότητα κάλυψης ενδεχόμενων αποκλίσεων από τους στόχους, με τρόπο που θα είναι α) αυτόματος, β) αξιόπιστος, γ) αντικειμενικός και δ) θεσμοθετημένος.
Το ΔΝΤ επιμένει ότι η Ελλάδα πρέπει να νομοθετήσει προληπτικά μέτρα, τα οποία θα ληφθούν σε περίπτωση απόκλισης από τον στόχο του προγράμματος», τονίζει το Μαξίμου.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι η νομοθέτηση υπό αίρεση είναι αντίθετη με το ελληνικό Σύνταγμα και με το διεθνές νομικό σύστημα. Οι νόμοι που ψηφίζονται στο ελληνικό κοινοβούλιο έχουν άμεση εφαρμογή και η ισχύς τους παύει μόνο με άλλον νόμο. Επιπλέον, η ελληνική κυβέρνηση έχει καταθέσει ολοκληρωμένη επιχειρηματολογία, με την οποία τεκμηριώνεται ότι η νομοθέτηση προληπτικών μέτρων είναι αρνητική για το οικονομικό κλίμα καθώς προεξοφλεί την αποτυχία του προγράμματος και αποτρέπει τις επενδύσεις.
Η Ελλάδα έχει αντιπροτείνει την θεσμοθέτηση ενός μόνιμου μηχανισμού αυτόματης διόρθωσης των δημοσιονομικών μεγεθών, που θα ενεργοποιείται σε περίπτωση απόκλισης από τους στόχους. Ο μηχανισμός αυτός καλύπτει πλήρως τις τέσσερις παραπάνω προϋποθέσεις που έθεσε το Eurogroup.