Ένας δεινόσαυρος που κυριαρχούσε στις θάλασσες εξαφανίστηκε πολύ πριν από τους υπόλοιπους εξαιτίας μιας απότομης υπερθέρμανσης της Γης.
Θύμα αυτής της προϊστορικής κλιματικής αλλαγής ήταν ο ιχθυόσαυρος, ένα αρπακτικό θαλάσσιο ερπετό που έμοιαζε πολύ με τα δελφίνια και κυριαρχούσε στους ωκεανούς επί 158 εκατομμύρια χρόνια.
Τα πλάσματα αυτά εμφανίστηκαν στους ωκεανούς της Γης πριν από περίπου 248 εκατομμύρια χρόνια. Αρχικά ζούσαν σε παράκτιες περιοχές, αλλά στη συνέχεια εξαπλώθηκαν στην ανοιχτή θάλασσα. Αφανίστηκαν πριν από περίπου 90 εκατομμύρια χρόνια, 25 εκατομμύρια χρόνια προτού η πτώση ενός αστεροειδούς στη σημερινή χερσόνησο Γιουκατάν του Μεξικού εξαφανίσει τρεις στους τέσσερις δεινόσαυρους από προσώπου Γης.
Η «πρώιμη» εξαφάνιση αυτών των «δρακόντων της θάλασσας» καλυπτόταν μέχρι πρότινος από ένα πέπλο μυστηρίου. Ορισμένοι επιστήμονες υπέθεταν ότι οδηγήθηκαν στην εξαφάνιση επειδή κυριάρχησαν στη θέση τους άλλα θαλάσσια ερπετά ή ψάρια. Άλλοι πίστευαν ότι λιμοκτόνησαν επειδή η λεία τους άρχισε να σπανίζει.
Ωστόσο, μια ομάδα Ευρωπαίων ερευνητών ανακοίνωσε ότι έλυσε το «μυστήριο» συγκρίνοντας τα απολιθώματα των ιχθυοσαύρων με τα γεωλογικά στρώματα όπου ανακαλύφθηκαν για να ανακαλύψουν τα ίχνη μιας έντονης κλιματικής αλλαγής την εποχή εκείνη.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, τα πλάσματα αυτά εξαφανίστηκαν στις αρχές της ύστερης Κρητιδικής Περιόδου, πριν από περίπου 100 εκατομμύρια χρόνια, επειδή δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή. Την εποχή εκείνη ξεκινούσε για τη Γη μια περίοδος υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Η αύξηση της θερμοκρασίας και η άνοδος της στάθμης των θαλασσών μείωσαν τη διαθέσιμη τροφή. Ταυτόχρονα, άλλαξαν τα μεταναστευτικά ρεύματα, καθώς επίσης και οι τόποι αναπαραγωγής και τα αρπακτικά που ανταγωνίζονταν τους ιχθυόσαυρους.
Τότε παρατηρείται μια εκτεταμένη «οικολογική αναδιοργάνωση» κατά την οποία εξαφανίστηκαν πολλά είδη και άλλα όπως οι καρχαρίες και τα οστεώδη ψάρια άρχισαν να εξαπλώνονται στις θάλασσες.
Η μελέτη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Nature Climate Change με επικεφαλής την Βαλεντίν Φίσερ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.