Όπως έχει ανακοινωθεί από το Υπουργείο Οικονομικών, από 1/1/2016 δεν θα αναγνωρίζεται καμία έκπτωση δαπάνης, η οποία δεν έχει γίνει με πλαστικό χρήμα ή μέσω τραπεζικής συναλλαγής προκειμένου να χορηγηθεί έκπτωση φόρου, προωθείται δε και η σταδιακή σύνδεση των ταμειακών μηχανών με τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Εκτιμάται ότι με το νέο σύστημα θα αντιμετωπιστεί σε μεγάλο βαθμό η μη απόδοση του ΦΠΑ και θα εμποδιστεί η έκδοση «πλαστών» αποδείξεων.
Παράλληλα όμως, οι χρεώσεις και οι προμήθειες που επιβάλλουν τα τραπεζικά ιδρύματα εξακολουθούν να είναι υπερβολικές, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές με αποτέλεσμα οι επαγγελματίες και οι καταναλωτές να πληρώνουν δυσανάλογα υψηλό κόστος για τη διεκπεραίωση των συναλλαγών τους ενώ η κυβέρνηση προγραμματίζει την ευρεία χρήση των καρτών από τους καταναλωτές επί ποινή στέρησης του αφορολόγητου. Εν τω μεταξύ οι τράπεζες καρπώνονται εκατομμύρια ευρώ από προμήθειες. Ακόμη και μετά την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων το περασμένο καλοκαίρι, οπότε αναγκαστικά ένα πλήθος τραπεζικών εργασιών μόνο ηλεκτρονικά ή διατραπεζικά μπορούσαν να εκτελεστούν, η πρακτική χρέωσης των προμηθειών συνεχίστηκε με αμείωτο ρυθμό. Όπως προκύπτει και από διαδικτυακή έρευνα του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών η οποία διεξήχθη από 30/11 – 7/12 2015 οι χρεώσεις προμηθειών είναι υπερβολικά υψηλές με αποτέλεσμα να αποθαρρύνουν τις επιχειρήσεις από τη χρήση POS. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι όταν ο πελάτης χρησιμοποιεί για την εξόφληση της συναλλαγής του πιστωτική κάρτα, το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων χρεώνεται για κάθε συναλλαγή από 1,5% έως ακόμη και 3% προμήθεια. Όταν ο πελάτης χρησιμοποιεί για την εξόφληση της συναλλαγής χρεωστική κάρτα, το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων χρεώνεται σε κάθε συναλλαγή με προμήθεια από 1,5% έως και άνω του 3%. Οι εν λόγω προμήθειες υπολογίζονται στις συναλλαγές με ΦΠΑ καθιστώντας ακόμη πιο δυσβάσταχτη την χρέωση της επιχείρησης. Εκτός όμως από τις προμήθειες υπάρχουν χρεώσεις για να μεταφερθούν τα χρήματα στον τραπεζικό λογαριασμό της επιχείρησης ενώ χρεώνεται και με ετήσια συνδρομή για τη χρήση POS, για την αγορά των οποίων καταβάλλονται από 100 έως και 500 ευρώ.
Επειδή:
Οι επιχειρήσεις ήδη αντιμετωπίζουν μια εξαιρετικά δυσμενή οικονομική συγκυρία η οποία καθίσταται δυσμενέστερη λόγω των υψηλών προμηθειών και χρεώσεων των τραπεζών
Το μέτρο της υποχρεωτικής χρήσης καρτών από μόνο του δεν αποτελεί πανάκεια.
Υπάρχουν κατηγορίες κοινού οι οποίες είτε δεν μπορούν είτε δεν τους επιτρέπεται η χρήση πλαστικού χρήματος όπως ηλικιωμένοι, κάτοικοι απομακρυσμένων περιοχών. Επιπλέον, υπάρχουν κατηγορίες δαπανών ιδίως για τα μικρομεσαία και φτωχά νοικοκυριά που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν με κάρτα
Το μέτρο της υποχρεωτικής χρήσης καρτών δεν έχει νόημα εάν δεν συνοδεύεται από τη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών των επιχειρήσεων με το ηλεκτρονικό σύστημα taxis.
Από τις 9/12/2015 βρίσκεται σε ισχύ ο Κανονισμός 2015/751/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τις διατραπεζικές προμήθειες για πράξεις πληρωμών με κάρτες», όπου, μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι «οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν πρέπει να προσφέρουν ή να απαιτούν διατραπεζική προμήθεια ανά συναλλαγή που να υπερβαίνει το 0,2% της αξίας της συναλλαγής για οποιαδήποτε συναλλαγή με χρεωστική κάρτα» και «οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν προσφέρουν ή απαιτούν διατραπεζική προμήθεια ανά συναλλαγή που να υπερβαίνει το 0,3% της αξίας της συναλλαγής για οποιαδήποτε συναλλαγή με πιστωτική κάρτα. Για τις εγχώριες συναλλαγές με πιστωτικές κάρτες, τα κράτη-μέλη μπορούν να ορίζουν χαμηλότερο ανώτατο όριο διατραπεζικής προμήθειας ανά συναλλαγή».
Ερωτώνται οι κκ. Υπουργοί:
Σε ποιες ενέργειες προτίθεσθε να προβείτε για την εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού 2015/751/ΕΕ και τη κατάργηση των καταχρηστικών προμηθειών και χρεώσεων των τραπεζών;
Σε τι στάδιο βρίσκεται η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με το TAXIS;
Προτίθεσθε να επανεξετάσετε την υποχρεωτικότητα χρήσης καρτών για όλες τις συναλλαγές, ιδιαίτερα δε για τις προαναφερόμενες κατηγορίες πολιτών;
Οι Βουλευτές που ερωτούν
Αθανάσιος Θεοχαρόπουλος
Ιωάννης Κουτσούκος