Σαρωτικές αλλαγές επί το δυσμενέστερο αξιώνουν οι δανειστές για το μέτρο της ρύθμισης των 100 δόσεων, με αλλαγή ή και απάλειψη συγκεκριμένων όρων. Οι Θεσμοί θεωρούν ότι η ρύθμιση ευνοεί τον λεγόμενο "ηθικό κίνδυνο", δηλαδή ότι βοηθά να καλλιεργείται η κουλτούρα του κακοπληρωτή και να προστατεύονται αυτοί που σκοπίμως και βάσει σχεδίου δεν είναι τακτικοί στις υποχρεώσεις τους, χωρίς να αντιμετωπίζουν πραγματικό πρόβλημα.
Συγκεκριμένα οι δανειστές διαφωνούν με τις εξής παραμέτρους του συστήματος:
- απώλεια της ρύθμισης μετά από δύο απλήρωτες δόσεις μέσα στο πρώτο οκτάμηνο της ρύθμισης. Οι Θεσμοί ζητούν η ρύθμιση να χάνεται έστω κι αν μια δόση δεν πληρωθεί στην ώρα της.
- η ρύθμιση χάνεται αν δεν εξοφληθεί ή δεν ρυθμιστεί οποιαδήποτε νέα φορολογική οφειλή (π.χ. τέλη κυκλοφορίας, ΕΝΦΙΑ) εντός 30 ημερών από την λήψη του ειδοποιητηρίου για την νέα οφειλή. Οι δανειστές ζητούν η αντίστροφη μέτρηση της προθεσμίας των 30 ημερών να αρχίζει την ημέρα που η νέα οφειλή καθίσταται ληξιπρόθεσμη.
- το γεγονός ότι δεν έχουν γίνει συγκεκριμένα τα κριτήρια βάση των οποίων θα αποβληθούν από τη ρύθμιση ή θα μειωθεί ο αριθμός των δόσεων όσων οφειλετών διαθέτουν τα οικονομικά μέσα να αποπληρώσουν τις οφειλές τους αλλά επέλεξαν να μην το κάνουν μπαίνοντας στις 100 δόσεις. Οι δανειστές ζητούν την θέσπιση πολύ αυστηρών εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων για να διατηρηθεί η ρύθμιση.
Αν ικανοποιηθούν αυτές οι απαιτήσεις των δανειστών θα βρεθούν εκτός ρύθμισης χιλιάδες οφειλέτες του δημοσίου οι οποίοι απλώς δεν θα πληρώσουν εγκαίρως μια δόση της ρύθμισης ή θα αφήσουν απλήρωτη για σύντομο χρονικό διάστημα κάποια νέα φορολογική υποχρέωση. Επίσης, αρκετοί θα τεθούν εκτός ρύθμισης επειδή διαθέτουν καταθέσεις και ακίνητη περιουσία πάνω από ένα όριο το οποίο, όμως, δεν έχει ακόμη καθοριστεί.